Η ενδυμασία του Θεού
Για την ανώτατη αρετή του Αγίου Νεκταρίου Αιγίνης
«Μάθετε απ’ εμού, ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία, και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών»
(Ματθ. 11, 29)
Ο Άγιος Νεκτάριος Αιγίνης Στις 22 Νοεμβρίου του 1920, σ’ ένα λιτό νοσοκομείο της Αθήνας, πέθανε ένας γέρος μοναχός μ’ ένα φθαρμένο ράσο. Επί δύο μήνες βρισκόταν στον θάλαμο για ασθενείς σε τελικό στάδιο, πεθαίνοντας από τον καρκίνο. Μαζί του δεν είχε ούτε χρήματα ούτε εγκόλπια, αν και είχε τον τίτλο του επισκόπου. Αλλά ακριβώς τη στιγμή που η ψυχή του αποχωρίστηκε από το σώμα του, μια υπέροχη ευωδιά απλώθηκε στον θάλαμο. Τα ρούχα του πεθαμένου τα έβαλαν πάνω σ’ έναν παράλυτο κι εκείνος σηκώθηκε αμέσως, δοξολογώντας τον Θεό. Και η ευωδιά δεν έπαυε να μυρίζει στον θάλαμο γι’ άλλους έξι μήνες. Έτσι ο Κύριος φανέρωσε τη δόξα του ασκητή του, ο οποίος απέφευγε τους επαίνους των ανθρώπων και, αν και ήταν μητροπολίτης, προσπαθούσε να ζει απαρατήρητος. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η Ορθόδοξη Εκκλησία απέκτησε τον Άγιο με όνομα Νεκτάριος, που έδειξε στην άθεη εποχή μας την πληρότητα της ταπείνωσης, της αρετής, που κατά την άποψη των Πατέρων είναι η «ενδυμασία του Θεού».
***
Φυσικά, μόνο οι τέλειοι ξέρουν για την ταπείνωση, αλλά κι εμείς μπορούμε να κατανοήσουμε την ουσία της ταπείνωσης, κοιτώντας τις εκδηλώσεις της σε αγίους ανθρώπους, το ίδιο όπως όταν βλέπουμε τον ορατό κόσμο, μπορούμε να κατανοήσουμε το μεγαλείο του Δημιουργού του κόσμου. Η ταπείνωση εκδηλώνεται με την αντίληψη της αδυναμίας μας, με την αναγνώριση του εαυτού μας ως τελευταίου όλων, με την εναπόθεση της ελπίδας μόνο στον Θεό, με την ανδρεία υπομονή των προσβολών και με την πλήρη απάρνηση του θελήματός μας. Ο Άγιος Νεκτάριος επέδειξε όλες αυτές τις ιδιότητες κατά τη ζωή του.
Ενώ ήταν ακόμα παιδί, ευρισκόμενος σε ακραία φτώχεια, ο Αναστάσιος ο «απλός», όπως τον αποκαλούσαν τότε οι άνθρωποι, κατανόησε την αδυναμία των ανθρώπων και την παντοδυναμία του Δημιουργού, στέλνοντας στον Θεό ένα γράμμα: «Χριστέ μου! Δεν έχω ποδιά, ούτε παπούτσια. Σε παρακαλώ να μου τα στείλεις. Ξέρεις ότι Σε αγαπάω». Και ο Θεός την ίδια ημέρα εκπλήρωσε το αίτημα, που εστάλη στη διεύθυνση: «Προς τον Κύριο Ιησού στους Ουρανούς».
Ο Άγιος θεωρούσε ειλικρινά τον εαυτό του τον τελευταίο των ανθρώπων. Μια φορά, όταν ήταν ήδη διευθυντής μιας θεολογικής σχολής στην Αθήνα, ο καθαριστής της σχολής αρρώστησε σοβαρά. Εκείνην την εποχή στην Ελλάδα δεν υπήρχε κοινωνική ασφάλιση και ο καημένος θα έχανε τη δουλειά του. Αφού ανάρρωσε, βρήκε τη σχολή τελείως καθαρή. Φοβούμενος ότι στη θέση του πήραν κάποιον άλλον, πήγε στον διευθυντή πρωί-πρωί και τον είδε να λέει στον Άγιο Νεκτάριο: «Σκούπιζε, Νεκτάριε! Είναι το μόνο που σου αξίζει». Βλέποντας τον καθαριστή, ο Μητροπολίτης τον κάλεσε να πλησιάσει και του είπε: «Μην εκπλήσσεσαι! Σε αναπλήρωνα, ώστε να μη χάσεις τη δουλειά σου. Αλλά να προσέχεις, να μην το μάθει κανείς, όσο ζω!».
Όταν ερχόταν άλλος επίσκοπος στην εκκλησία της σχολής, ο Άγιος δεν έπαιρνε ποτέ την κύρια θέση, αν και ήταν δικαιωματικά δική του, αλλά στεκόταν στη δεξιά πλευρά από τον θρόνο, φορώντας ένα μικρό ωμοφόριο και μια μαύρη μοναστική κουκούλα. Σχεδόν ποτέ δεν φορούσε το επισκοπικό εγκόλπιο, αλλά, όπως ο Άγιος Σεραφείμ, φορούσε φανερά μόνο έναν μικρό σταυρό.
***
Ο Άγιος Ιωάννης ο Συναΐτης στην «Κλίμακα» γράφει για τις τρεις βαθμίδες της ταπείνωσης. Η πρώτη συνίσταται στην υπομονή των προσβολών με χαρά, όταν δηλαδή η ψυχή τις δέχεται με χαρά, ως φάρμακο. Στη δεύτερη βαθμίδα ξεριζώνεται κάθε θυμός. «Η τρίτη δε και ανωτέρα βαθμίδα είναι η αναμφίβολος αμφιβολία για την ισχύ των καλών μας έργων, καθώς και η συνεχής έφεσις για μάθησι».
Ο Άγιος Νεκτάριος πέρασε και τις τρεις βαθμίδες.
Έπρεπε πολλές φορές να αισθανθεί τον θυμό των ανθρώπων πάνω του, τη ζήλια και το μίσος, αλλά ποτέ δεν έβριζε τον Θεό γι’ αυτό και ταπεινά περνούσε τις δοκιμασίες, που του έστελνε ο Θεός. Ως Μητροπολίτης Πενταπόλεως, αυτός ο αγνότατος άνθρωπος, που φύλαγε προσεκτικά την παρθενία του, εκδιώχθηκε από την Αίγυπτο με την κατηγορία της ανήθικης συμπεριφοράς. Συκοφαντήθηκε από τους βοηθούς του ηλικιωμένου Πατριάρχη Αλεξανδρείας, οι οποίοι φοβόντουσαν ότι ο αγαπημένος από τον λαό Νεκτάριος θα γίνει ο νέος πατριάρχης. Έπρεπε να φύγει στην Αθήνα, όπου επί δύο χρόνια ζούσε μαζί μ’ έναν φτωχό και τριγυρνούσε στα υπουργεία, ώστε να διοριστεί κάπου.
Στην Αίγινα, λίγο πριν πεθάνει, ήπιε το τελευταίο πικρό ποτήρι. Η μητέρα μιας κοπέλας, που έγινε μέλος της αδελφότητας της μονής, κατηγόρησε τον Άγιο ότι έκανε ερωμένες την κόρη της και τις άλλες καλόγριες και πετούσε τα παιδιά, που γεννήθηκαν από αυτές, στον πάτο του πηγαδιού της μονής. Ο δικαστής, που πίστεψε τις συκοφαντίες, εισέβαλε στο μοναστήρι μαζί με τους αστυνομικούς. Χτυπούσε τον Άγιο, του φώναζε και τον τραβούσε από τα γένια, αλλά εκείνος προσευχόταν σιωπηλά. Στο πηγάδι δεν βρήκαν τίποτα, φυσικά, κι επίσης πήγαν εκείνην την κοπέλα στον γυναικολόγο, ο οποίος επιβεβαίωσε την παρθενία της. Η μητέρα της κοπέλας, χωρίς να μετανοήσει, τρελάθηκε, και ο δικαστής αρρώστησε βαριά, και μόνο όταν κατάλαβε την αιτία της ασθένειάς του, ζήτησε συγχώρεση από τον Άγιο και θεραπεύτηκε.
Όσον αφορά στην απόρριψη του θυμού, ο Άγιος πέρασε αυτό το στάδιο ακόμη πριν την μοναχική του κουρά. Όταν υπηρετούσε ως δάσκαλος σ’ ένα χωριό στη Χίο, ένα αγοράκι, που τον βοηθούσε στην κουζίνα, μια μέρα ξέχασε την κατσαρόλα με το φαγητό στη φωτιά. Το φαγητό κάηκε και κινδύνευσε το ίδιο το σπίτι. Ο Αναστάσιος θύμωσε κι έδωσε στον νεαρό δύο χαστούκια, αλλά μετανόησε αμέσως. Ζήτησε συγγνώμη από το παλικάρι και ως τιμωρία για την αμαρτία του, παρακάλεσε τον Θεό ώστε να χάσει πλήρως την αίσθηση της γεύσης. Ο Θεός εκπλήρωσε το αίτημά του και ο Άγιος Νεκτάριος δεν ένιωθε ούτε θυμό ούτε τη γεύση του φαγητού ώς το τέλος της ζωής του. Έτσι είναι οι Άγιοί μας, που κάνουν αιματηρό αγώνα.
Και όλη η ζωή του Αγίου Νεκταρίου ήταν γεμάτη από δυσπιστία στις δικές του πράξεις, καθώς και διαρκή επιθυμία για μάθηση.
***
Άγιος Νεκτάριος της Αιγίνης Επειδή ο Άγιος Νεκτάριος ήταν τέλειος στην ταπεινοφροσύνη, δεν μπορούσε να μην αγαπήσει την προσευχή, για την οποία ο Άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης έγραψε το εξής: «Όταν θα είσαι γεμάτος με άφατο φως και ανέκφραστη αγάπη για προσευχή, τότε θα μάθεις με βεβαιότητα ότι η αγία ουσία της ταπείνωσης υπάρχει μέσα σου». Συχνά ο Άγιος Νεκτάριος ήταν τόσο βυθισμένος στις σκέψεις του για τον Θεό, που δεν άκουγε το χτύπημα στην πόρτα. Και αν οι επισκέπτες τολμούσαν να τη μισοανοίξουν, τον έβλεπαν αφηρημένο, γονατιστό, με τα χέρια του υψωμένα στον ουρανό και το βλέμμα στραμμένο επίσης προς τα επάνω. Μια φορά, ένα αγοράκι τον είδε μέσα σ’ ένα χρυσό φως. «Φωτιά! Φωτιά!», φώναζε το παιδί και άρχισε να σβήνει τις πύρινες γλώσσες της φλόγας, που εξέπεμπε το πρόσωπο του Αγίου.
Λίγο πριν τον θάνατο του ταπεινού Μητροπολίτη Πενταπόλεως του εμφανίστηκε η Τιμιωτέρα των Χειρουβίμ και άφησε την υπέροχη ψαλμωδία «Αγνή Παρθένε», η οποία είναι μεταφρασμένη τώρα πια σχεδόν σε όλες τις γλώσσες του κόσμου.
***
Δεν υπάρχει τίποτα πιο όμορφο στον κόσμο από την ταπείνωση. Είναι η ενδυμασία του Θεού και το ανείπωτο άρωμα των Αγίων. Η ταπείνωση είναι η ύψιστη από τις αρετές και ταυτόχρονα το θεμέλιό τους. Ο Όσιος Εφραίμ γράφει το εξής: «Η ταπείνωση είναι ο κήπος του Παραδείσου, είναι ένα γλυκό γεύμα, η αρχή των αγαθών, η πηγή των ευλογιών. Μέσω αυτής οι αμαρτωλοί καθαρίζονται, οι ένοχοι δικαιώνονται, οι απολωλοί βρίσκουν τον αληθινό δρόμο, οι χαμένοι σώζονται, οι αγωνιστές θριαμβεύουν και οι νικητές στέφονται».
Χωρίς ταπείνωση η σωτηρία είναι αδύνατη. Ούτε ένα σεμνό φόρεμα ούτε ένα σκυμμένο βλέμμα ούτε τα σιωπηλά χείλη ούτε η επίσκεψη στην εκκλησίας μπορούν να κάνουν τον άνθρωπο ταπεινό. Εάν νιώθουμε προσβεβλημένοι από τους συκοφάντες και τους υβριστές, αλίμονο μας, δεν διαθέτουμε την αληθινή ταπείνωση. Εάν θεωρούμε κάποιον κατώτερο από μας, δεν έχουμε ταπείνωση! Όμως πώς να την αποκτήσουμε; Συλλογιζόμενος αυτό το θέμα, ο Άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης γράφει: «Όσοι επιζητούμε την ταπεινοφροσύνη, ας μη παύουμε να εξετάζουμε και ν’ ανακρίνουμε τους εαυτούς μας. Και όταν αισθανόμαστε με την καρδιά μας ανώτερο σε όλα τον πλησίον, τότε είναι κοντά μας το έλεος. Μερικοί, παρ’ όλο ότι συγχωρέθηκαν για τα παλαιά τους αμαρτήματα, εν τούτοις τα ενθυμούνται μέχρι τέλους της ζωής τους, χρησιμοποιώντας αυτά ως αφορμή ταπεινοφροσύνης και μαστιγώνοντας με αυτά το μάταιο φρόνημα της οιήσεως. Άλλοι, αναλογιζόμενοι το πάθος του Χριστού», του αναμάρτητου Θεού, ο Οποίος για χάρη μας, τους αμαρτωλούς ανθρώπους, μπήκε κάποτε στην κοιλιά της Παναγίας και, έχοντας γεννηθεί, υπέμεινε πείνα και δίψα, κρύο και ζέστη επί πολλά χρόνια. Όντας ο Δημιουργός του κόσμου, υπέμεινε μομφές από το υπερήφανο πλάσμα, δηλαδή τον άνθρωπο. Όντας ο Δωρητής όλων των ευλογιών, για όλες τις καλές πράξεις, που έκανε για τον κόσμο, έλαβε ως ανταμοιβή μόνο ένα σφουγγάρι με ξύδι και την καθήλωσή του πάνω στον Σταυρό! Είναι δυνατό και αναγκαίο να κάνουμε ταπεινά υπομονή σε όλα όσα μας επέτρεψε ο Θεός να συμβούν, όσα δεν μπορούμε ν’ αλλάξουμε. Επειδή, όπως έγραψε κάποτε ο Άγιος Νεκτάριος, «το να ταπεινωθείς σημαίνει να απαρνηθείς το θέλημά σου».
1/24/2024
»»»»»» ΤΟ ΒΡΗΚΑΜΕ ΕΔΩ ««««««