Μια ανομολόγητη αμαρτία
Μέρος Γ
Μια ευσεβής γυναίκα, που περνούσε πάντα τις μέρες της στην προσευχή και τη νηστεία, είχε μεγάλη πίστη στην Υπεραγία Δέσποινα, τη Θεοτόκο μας και πάντα την ικέτευε για προστασία. Αυτή η γυναίκα βασανιζόταν πάντοτε στη συνείδησή της για κάποια αμαρτία που είχε διαπράξει στα νεανικά χρόνια της, την οποία, από ψευδή σεμνότητα, δεν ήθελε να αποκαλύψει στον εξομολογητή της, αλλά όταν την ενθυμόταν, εκφραζόταν αόριστα με τα εξής λόγια: «μετανοώ και για εκείνες τις αμαρτίες, που είτε δεν ανέφερα, είτε δεν θυμήθηκα». Ιδιαιτέρως, στη μυστική προσευχή της, καθημερινά μετανοούσε γι αυτή την αμαρτία της στη Μητέρα του Θεού, πάντα ικέτευε την Δέσποινα για να μεσιτεύσει γι’ αυτήν και για τη συγχώρεση της αμαρτίας της κατά την κρίση του Χριστού. Έτσι, έχοντας ζήσει σε αρκετά μεγάλη ηλικία, απέθανε. Όταν την τρίτη μέρα ετοιμάζονταν να θάψουν το σώμα της, η νεκρή αναστήθηκε ξαφνικά και είπε στην φοβισμένη και έκπληκτη κόρη της: «Έλα πιο κοντά μου, μην φοβάσαι, κάλεσε τον πνευματικό μου».
Με το έλεος του Θεού και τη μεσολάβηση της Πάναγνης Μητέρας Του, η ψυχή μου επέστρεψε για μετάνοια
Όταν ήρθε ο ιερέας, αυτή είπε ενώπιον της συγκέντρωσης του κόσμου:
«Μην τρομάζετε για μένα. Με το έλεος του Θεού και τη μεσολάβηση της Πάναγνης Μητέρας Του, η ψυχή μου επέστρεψε για μετάνοια. Μόλις η ψυχή μου χωρίστηκε από το σώμα μου, την ίδια στιγμή σκοτεινά πνεύματα την περικύκλωσαν και ετοιμάζονταν να την αποπλανήσουν στην κόλαση, λέγοντάς της, ότι ήταν άξια, διότι από ψευδή σεμνότητα, δεν αποκάλυψε την μυστική αμαρτία της, την οποία είχε διαπράξει στα νεανικά της χρόνια. Σε μια τόσο λυσσώδη στιγμή, εμφανίστηκε η άμεση Βοηθός, η Υπεραγία Δέσποινά μας, και, σαν πρωινό αστέρι ή σαν αστραπή, διέλυσε αμέσως το σκοτάδι των κακών πνευμάτων και, προστάζοντάς με να ομολογήσω την αμαρτία μου ενώπιον του πνευματικού πατέρα, διέταξε την ψυχή μου να επιστρέψει στο σώμα μου. Τώρα λοιπόν, τόσο ενώπιόν σου, άγιε πατέρα, όσο και ενώπιον όλων, ομολογώ την αμαρτία μου: αν και ήμουν ευσεβής καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μου, αλλά η αμαρτία που βρισκόταν στη συνείδησή μου και την οποία ντρεπόμουν να ομολογήσω στους πνευματικούς πατέρες από δειλία, θα με έφερνε στην κόλαση αν η Μητέρα του Θεού δεν είχε μεσολαβήσει για μένα».
Λεχθέντων τούτων, ομολόγησε την αμαρτία της και στη συνέχεια, ακουμπώντας το κεφάλι της στον ώμο της κόρης της, μεταφέρθηκε στην αιώνια και μακάρια ζωή[1].
Συμβούλιο των αγγέλων
Ανάγνωση σύμφωνα με το βιβλίο του Ιερομονάχου Σεραφείμ (Ρόουζ). «Η ψυχή μετά το θάνατο»:
Αρχιμανδρίτης Κυπριανός: «Σχετικά με αυτό, σας στέλνω μια ιστορία ενός γνωστού σε μένα ανθρώπου, που απέθανε και επανήλθε στη ζωή. Πιστεύω, ότι θα είναι ενδιαφέρον για εσάς ως παράδειγμα για τη σειρά άρθρων σας.
Πριν από περίπου τέσσερα χρόνια, λάβαμε ένα τηλεφώνημα που μας ζητούσε να παρουσιάσουμε τα Ιερά Μυστήρια σε μια ηλικιωμένη γυναίκα, μια χήρα που ζούσε στα προάστια της Αθήνας. Ήταν γηρασμένη και επειδή ήταν σχεδόν εντελώς κλινήρης, δεν μπορούσε να πάει στην εκκλησία. Παρόλο που συνήθως δεν ικανοποιούμε τέτοια αιτήματα έξω από το μοναστήρι και στέλνουμε ανθρώπους στον ενοριακό ιερέα, ωστόσο, σε αυτή την περίπτωση είχα την αίσθηση, ότι έπρεπε να πάω και έχοντας προετοιμάσει τα Άγια δώρα, ξεκίνησα από το μοναστήρι.
Βρήκα την άρρωστη ξαπλωμένη σε μια καμαρούλα, χωρίς να έχει τα δικά της μέσα διαβίωσης, εξαρτημένη από τους γείτονες, που της έφερναν φαγητό και άλλα απαραίτητα πράγματα. Απέθεσα τα Άγια Δώρα και τη ρώτησα αν ήθελε να εξομολογηθεί για κάτι. Απάντησε: “Όχι, τα τελευταία τρία χρόνια δεν υπάρχει τίποτα στη συνείδησή μου, που να μην έχει ήδη ομολογηθεί, αλλά υπάρχει μια παλιά αμαρτία, για την οποία θα ήθελα να σας αναφέρω, αν και την έχω ομολογήσει σε πολλούς ιερείςˮ. Της απάντησα, ότι, αν την είχε ήδη ομολογήσει, δεν θα έπρεπε να το επαναλάβει. Αλλά επέμεινε, και γι αυτό μου είπε:
Η ψυχή της παρέμενε κοντά και παρακολουθούσε καθώς το σώμα πλενόταν, ντυνόταν και τοποθετείτο στο φέρετρο
Όταν ήταν σε νεαρή ηλικία, αμέσως μόλις παντρεύτηκε, πριν από περίπου 35 χρόνια, έμεινε έγκυος σε μια εποχή που η οικογένειά της βρισκόταν σε πολύ δύσκολη οικονομική κατάσταση. Η υπόλοιπη οικογένεια επέμενε σε άμβλωση, αλλά αρνήθηκε κατηγορηματικά. Παρ’ όλα αυτά, τελικά, παρά τη θέλησή της, υπέκυψε στις απειλές της πεθεράς της και η επέμβαση έγινε. Ο ιατρικός έλεγχος των παράνομων επεμβάσεων ήταν πολύ πρωτόγονος, με αποτέλεσμα να πάθει σοβαρή λοίμωξη και πέθανε λίγες μέρες αργότερα, χωρίς να προλάβει να ομολογήσει την αμαρτία της.
Τη στιγμή του θανάτου, που ήταν το βράδυ, ένιωσε ότι η ψυχή της χωριζόταν από το σώμα της και με τον τρόπο που περιγράφουν συνήθως, η ψυχή της παρέμενε κοντά και παρακολουθούσε καθώς το σώμα πλενόταν, ντυνόταν και τοποθετείτο στο φέρετρο. Το πρωί, ακολούθησε την πομπή στην εκκλησία, παρακολούθησε την νεκρώσιμο ακολουθία και είδε πώς τοποθετήθηκε το φέρετρο σε μια νεκροφόρα για να μεταφερθεί στο νεκροταφείο. Η ψυχή φαινόταν να ίπταται πάνω από το σώμα σε χαμηλό υψόμετρο.
Μια στιγμή αργότερα, ξύπνησε και άρχισε να χτυπά μέσα από το φέρετρο, το οποίο ήταν ήδη κλειστό
Ξαφνικά, όπως περιέγραψε, δύο “διάκονοι” εμφανίστηκαν στο δρόμο ενδεδυμένοι σε έκλαμπρα στιχάρια και οράρια. Ένας από αυτούς διάβαζε από έναν πάπυρο. Καθώς πλησίαζε το αυτοκίνητο, ένας από αυτούς σήκωσε το χέρι του και το αυτοκίνητο έσβησε. Ο οδηγός βγήκε για να δει τι συνέβη στον κινητήρα και εν τω μεταξύ άγγελοι άρχισαν να μιλούν μεταξύ τους. Αυτός που κρατούσε τον πάπυρο, ο οποίος αναμφίβολα περιείχε μια λίστα με τις αμαρτίες της, διέκοψε την ανάγνωση και είπε: “Είναι κρίμα, υπάρχει μια πολύ σοβαρή αμαρτία στη λίστα της και προορίζεται για την κόλαση, γιατί δεν την ομολόγησε”. — “Ναι, — είπε ο δεύτερος, — αλλά είναι κρίμα που πρέπει να τιμωρηθεί, γιατί δεν ήθελε να το κάνει και η οικογένειά της την ανάγκασε. — “Πολύ καλά”, — απάντησε ο πρώτος, — “το μόνο που μπορεί να γίνει, είναι να την στείλει πίσω για να ομολογήσει την αμαρτία της και να μετανοήσει γι αυτήν”.
Με αυτά τα λόγια, ένιωσε ότι την έσυραν πίσω στο σώμα, στο οποίο εκείνη τη στιγμή ένιωσε απερίγραπτη αηδία και αποτροπιασμό. Μια στιγμή αργότερα, ξύπνησε και άρχισε να χτυπά μέσα από το φέρετρο, το οποίο ήταν ήδη κλειστό. Μπορεί κανείς να φανταστεί τη σκηνή που ακολούθησε.
Αφού άκουσα την ιστορία της, την οποία περιέγραψα εδώ εν συντομία, της έδωσα τη Θεία Κοινωνία και έφυγα, δοξάζοντας τον Θεό, ο οποίος μου χάρισε την ευκαιρία να την ακούσω. Όσον αφορά την Εξομολόγηση, δεν μπορώ να αποκαλύψω το όνομά της, αλλά μπορώ να σας ενημερώσω ότι βρίσκεται ακόμα εν τη ζωή. Αν νομίζετε, ότι αυτή η ιστορία μπορεί να είναι χρήσιμη για τους άλλους, τότε έχετε την άνευ όρων άδειά μου να τη δημοσιεύσετε.»
Τρεις μέρες για μετάνοια
Ο ιερέας Ντμίτρι Κόνιτσεφ, εφημέριος της Εκκλησίας της Αγίας Σκέπης της Υπεραγίας Θεοτόκου στο Βέρχνι Ακτάς (Ταταρστάν), διηγήθηκε:
«Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς την ιστορία που πρόκειται να διηγηθώ, αλλά ήμουν αυτόπτης μάρτυρας. Και επιπλέον, αυτό που συνέβη, δεν μου φαίνεται περίεργο. Αλλά περισσότερα γι αυτό, αργότερα.
Αυτό συνέβη πριν από 3 χρόνια. Ο παππούς μου πήγαινε πάντα στην εκκλησία μας, το όνομά του ήταν Αλεξέι Μιχάιλοβιτς Γκορόχοβ. Η σύζυγός του Μαρία πέθανε πριν από 15 χρόνια και από τότε ζούσε μόνος του. Καθώς πλησίαζε η Σαρακοστή, ο Αλεξέι Μιχάιλοβιτς αρρώστησε και μεταφέρθηκε στο περιφερειακό νοσοκομείο. Δυστυχώς, οι γιατροί δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα. ‟Ο Αλεξέι Μιχαΐλοβιτς πέθανεˮ, μας είπαν οι γιατροί και πιστοποίησαν τον θάνατό του.
Ο νεκρός μεταφέρθηκε στο Αλμέτιεφσκ, στο νεκροτομείο της πόλης. Ωστόσο, λίγες ώρες αργότερα, ο παθολόγος παρατήρησε ξαφνικά ότι στο σώμα… υπάρχουν σημάδια ζωής. Έστειλε επειγόντως τον Αλεξέι Μιχάιλοβιτς στη μονάδα εντατικής θεραπείας — και την επόμενη μέρα ο παππούς ήρθε στα καλά του. Αμέσως μετά ζήτησε να καλέσουν έναν ιερέα να εξομολογηθεί και να κοινωνήσει.
Μετά το μυστήριο της Μετάνοιας και την αποδοχή των Αγίων Μυστηρίων του Χριστού, ο Αλεξέι Μιχάιλοβιτς μοιράστηκε με τον ιερέα αυτό που είδε μετά τον ‟θάνατόˮ του. Και είδε τη σύζυγό του Μαρία, που τον κοίταξε σιωπηλά και έφυγε. Την επόμενη στιγμή ο Αλεξέι Μιχάιλοβιτς είδε πολλούς ανθρώπους στην άκρη ενός φλεγόμενου λάκκου. Οι άνθρωποι έπεφταν εκεί κατά εκατοντάδες. Υπήρχαν κραυγές και βάσανα παντού. Ξαφνικά δύο νεαροί άνδρες με λευκά ρούχα ήρθαν και είπαν: ‟Είναι πολύ νωρίς για να είσαι εδώ. Πήγαινε να μετανοήσεις. Έχεις 3 ημέρεςˮ, και μετά από αυτό ο Αλεξέι Μιχάιλοβιτς ξύπνησε στο νεκροτομείο.
Και μια μέρα αφότου ο ιερέας δέχτηκε την Μετάνοιά του, ενημερωθήκαμε ότι ο Αλεξέι Μιχαήλοβιτς είχε πεθάνει — και αυτός ήταν ήδη πραγματικός θάνατος. Τρεις ημέρες μετά το ασυνήθιστο όραμά του.
Αργότερα μίλησα με την κόρη του και μου είπε, ότι ο πατέρας της, όταν ήταν πολύ νέος, εργαζόταν ως οδηγός μεταγωγών για το Λ.Κ.Ε.Υ (σημ.τ.μεταφρ. Λαϊκό Κομισαριάτο Εσωτερικών Υποθέσων) και μετέφερε κρατούμενους στην εξορία. Έναν παγωμένο χειμώνα, μετήγαγε μια ηλικιωμένη μοναχή σε καταστολή, που ήταν ελαφρώς ντυμένη και παγωμένη. Τότε ο πατέρας την κάλυψε με την κάπα του από δέρμα προβάτου, και αυτό της έσωσε τη ζωή. Σε ευγνωμοσύνη, η καλόγρια υποσχέθηκε να προσευχηθεί γι’ αυτόν.
Η κόρη ήταν σίγουρη — και εγώ είμαι σίγουρη — ότι μέσω των προσευχών της δόθηκαν στον Αλεξέι Μιχαήλοβιτς αυτές οι τρεις ημέρες. Για να μετανοήσετε, μεταλάβετε την θεία κοινωνία — και μεταβείτε στην αιώνια ζωή ως αληθινός Χριστιανός.
Το γεγονός, ότι αυτό συνέβη κατά τη διάρκεια της Σαρακοστής μου φαίνεται συμβολικό. Μετά από όλα αυτά, η νηστεία είναι μια εποχή προσευχής, μετάνοιας και καλών πράξεων. Και για τις καλές πράξεις, με εντολή του Θεού, ακόμη και ο θάνατος υποχωρεί για να μας δώσει χρόνο για μετάνοια».
4/24/2024
[1] Τα μυστικά της μετά θάνατον ζωής. Συντάκτης: Αρχιμανδρίτης Παντελεήμων. Μόσχα, 1996.
»»»»»» ΤΟ ΒΡΗΚΑΜΕ ΕΔΩ ««««««