Παναγιώτης Σκληρός
Ήταν κάθε μέρα, βρέξει χιονίσει εκεί! Με το θεόρατο σκουπόξυλο και τα σπάρτα απ’ το Φρύνι ή την Απόλπαινα που οι ίδιοι τα είχανε κόψει, δεμένα καλά με τριχιά και σύρμα.
Δική τους αλλά αποτελεσματική επινόηση. Πως αλλιώς να καθαριστούν όλα αυτά τα στενά, τα αυλάκια, η μούτελη! Ο Νίκος κι ο Κώστας Κουτσαύτης. Ναι, ο Μανιόρος!
Αυτοί οι ήρωες που έδιναν την ίδια τους τη ζωή για να’ναι ετούτη η πόλη καθαρή. Όσο μπορούσε να είναι.
Έβαναν όλη τους τη δύναμη πισθάγκωνα κι έσπρωχναν τα λύματα απ’ τα αυλάκια στη θάλασσα, μπας και σταματήσει αυτή η τόσο γνώριμη-παλιά- μυρωδιά απ’ τα αυλάκια. Όσο μπορούσαν τα καθάριζαν.
Χρησιμοποιούσαν ακόμα και μυστριά για να μαζεύουν ακόμα και την λιγοστή μούτελη που έμενε μετά το σκούπισμα. Δεν αφήναν κανένα «γι’ αύριο». Ήταν δική τους υπόθεση η καθαριότητα της πόλης. Τα αυλάκια και τα σκουπίδια απ’ τα νοικοκυριά.
Ο Νίκος κι ο Κώστας αλλά και αρκετοί άλλοι, αγαπημένοι, συμπαθείς, φυσιογνωμίες που θα τους έπρεπε μια μεγαλύτερη κοινωνική και θεσμική αναγνώριση.
Με πενιχρά μέσα, με καρότσια αυτοσχέδια στην αρχή, με αυτοσχέδιες σκούπες, χωρίς κάδους, με σωρό τα σκουπίδια κάπου εκεί απέναντι απ’ του μάγου στην καινούργια χώρα.
Πολύ λίγα βέβαια τα σκουπίδια τότε, λιγότερες οι συσκευασίες, λιγότερα τα πλαστικά κι οι σακούλες, λιγότερη η κατανάλωση, διαφορετικός ο τρόπος ζωής κι οι σημερινές καταναλωτικές συνήθειες.
Και πέρναγε ένα κάρο συρόμενο από άλογο για να τα πάει στον αυτοσχέδιο σκουπιδότοπο, στην αρχή πέρα στα Βαρδάνια. Ήταν κι εκεί παρόντες για να φορτώσουν τα σκουπίδια στο κάρο του δήμου.
Το κάρο ήταν ανοιχτό από πάνω. Κι άδειαζε με αυτοσχέδια ανατροπή, ελευθερώνοντας το βρώμικο φορτίο απ’ το κάρο και τα άλογο…
Η επόμενη φάση ήταν πάλι κάρο αλλά κλειστό με ανοιγόμενες λαμαρινένιες πόρτες (σίγουρα κάποια πατέντα). Ύστερα ήρθαν τα φορτηγά με ανατροπή, ανοιχτά κι αυτά μέχρι τα σκουπιδιάρικα που ξέρουμε με τη βίδα που σπρώχνει και στοιβάζει.
Ίσα που θυμάμαι μαθητής στο γυμνάσιο τις φιγούρες που αργότερα γνώρισα από κοντά, τον Νίκο με το γαρύφαλλο και την μεγάλη καρδιά, τη συμπόνια, τον αλτρουισμό και την αλληλεγγύη για το συνάνθρωπο.
Και τον Κώστα που είπαμε, τον πεθερό του Θωμά ( Soudish), τον Ζώη τον Ζακυνθινό, οδηγό στο κάρο μ’ ένα τσιγάρο καρφωμένο μόνιμα στα χείλη, το Ζώη τον Γράψα που χάθηκε πάνω στο καθήκον ένα κρύο χειμωνιάτικο αξημέρωτο, άτυχο, ξημέρωμα, το Γεράσιμο τον Αλέσιο, το Χρήστο το Λούβρο, το Στέφανο το Μαλακάση, το Λευτέρη το Βρεττό, τον Σοφοκλή το Λογοθέτη, το Ζώη τον Κόγκα, τον Βελισσάρη το Βρεττό και τόσους άλλους που δε θυμάμαι τώρα και ζητώ συγγνώμη.
Γιατί η ευγνωμοσύνη όλης της κοινωνίας σ’ αυτούς τους πολύ πρωινούς εργάτες του δήμου έπρεπε και πρέπει να είναι πολύ μεγάλη και για τους σημερινούς μας ήρωες της καθαριότητας.
Κλασσικά, το εγερτήριο στις 4 το πρωί, νύχτα πάνω στη νύχτα, κρύο το χειμώνα, αυτοσχέδια γάντια να μην παγώνουν τα χέρια, κούραση αλλά το μεσημέρι, ευχαρίστηση ότι έκαναν το καθήκον τους. Η πόλη καθάρισε και σήμερα…
Αύριο πάλι.
Κι ήταν για τους παλιούς μας ήρωες, κάθε γιορτή και σκόλη κάθε αργία, μια ευκαιρία για ένα νταβά στο φούρνο, ένα κρασί στου Παλούκη ή ένα ουζάκι στου Καρώτου, κοιτώντας το ιβάρι…
Οχτώβρης 2020
Πηγή: Aromalefkadas
»»»»»» ΤΟ ΒΡΗΚΑΜΕ ΕΔΩ ««««««