Μανιάτισσα στο χωράφι με τη κούνια
Πρέπει όμως να ομολογηθεί ότι η γυναίκα εκεί κάτω προσέφερε πάντοτε εξαιρετικές υπηρεσίες στο σπίτι, ιδίως δε στο παρελθόν με τις ατελείωτες έχθρες.
Σ’ ένα τόπο πού οι άνδρες τον περισσότερο καιρό πολεμούσαν στους πύργους μέσα, ήταν φυσικά αδύνατον ν’ ασχολούνται και με τα χωράφια και με τις έξω δουλειές.
«Έπρεπε λοιπόν να βρεθεί κάποιος τρόπος, για να μη πεθαίνουν της πείνας. «Έτσι το απαραβίαστο της γυναίκας από τους εχθρούς έγινε έθιμο και επεκράτησε να μπορεί να κυκλοφορήσει η γυναίκα ανενόχλητη έξω, έστω και αν η γενιά του ανδρός της βρισκότανε σε έχθρα.
Η Μανιάτισσα λοιπόν κοντά στις άλλες δουλειές του σπιτιού εφορτώθηκε στη ράχη της και όλες σχεδόν της έξω δουλειές των χωραφιών, μάλιστα εν καιρώ έχθρας. Και όλες οι δουλειές αυτές δεν ήσαν και λίγες.
Αναφέρω της κυριότερες αυτολεξεί, όπως μου της είπε μια γριά Μανιάτισσα.
Το Γεννάρη: Ξύλα κόβουσι και δε σπέρνουσι. Γιατί «Το Γεννάρη γένια σπέρνεις και θυμόκουρα θερίζεις».
Το Χλεβάρη σφάζουσι τα θροφάϊρα, κάνουσι τα «σύγκλινα» και τα νοστιμότατα Μανιάτικα λουκάνικα.
Ο Μάρτης «Τα παλιά παλούκια καίει» τα καινούργια συμμαζούνει» και γι’ αυτό κάνουνε δουλειές του σπιτιού τότε. Αλλά πάνε και στα χωράφια.
Τον Απρίλη. «Απλά κοιμάσαι, μα στενόχωρα δηγάσαι». Δηλαδή: γλυτώσαμε πια το κρύο και τα βαριά στρώματα, μα σώθηκαν και τα τρόφιμα. Ετοιμάζονται για τον κουκόθερο.
Τον Αμάη κάνουσι τον κουκόθερο. Θερίζουσι κουκιά. Τα κουκιά της Μάνης είναι μικρούτσικα σαν της Σαντορίνης κατάλληλα για φάβα. Έκαναν και ψωμί μ’ αυτά σε παλαιοτέρα εποχή, ανακατεύοντάς τα με κριθάρι.
Το Θεριστή (Ιούνιο) θερίζουσι τα γεννήματα, δουλειά ξεθεωμός. Τότε δεν μπορείς να κάτσεις : «θέεις θέριζο και δένε, θέεις δένε και κουβάλα». Μέσος όρος δεν χωρεί.
Το Γιαλιστή ή Αλωνάρη αλωνίζουσι και κοντά σ’ αυτή τη δουλειά μαζεύουν αλάτι στο Τηγάνι, στο Πόρτο Κάγιο κ.λ.π. μέσα σε κάτι σγούρνες, πρωτόγονες αλυκές. Φυλάνε φρουρά στο λιοπύρι. Τους χρειάζεται πολύ αλάτι για να παστώσουν τα αρδίκια και για τα σύγκλινα.
Τον Άγοστο. Ο Γυαλιστής γυαλίζει, μα ο «Άγοστος τα καθαρίζει». Τότε τελειώνει η συγκομιδή του σταριού, λίχνισμα κ.λ.π.
Στα τέλη Αυγούστου (ιδίως στη Μέσα Μάνη) αρχίζει η περίοδος του «Αρδικολόη» δηλ. του κυνηγιού των ορτυκιών. Οι γυναίκες τα πιάνουν με τα απόχια ζωντανά, κυνηγούν όμως γυναίκες τώρα και με το δίκαννο και τα βαρούν στον αέρα.
Τα ορτύκια είναι ένα εισόδημα και μία ευλογία του Θεού, μέσα στις άλλες κατάρες της Μανιάτικης ξεραΐλας και της κακοτοπιάς. Ο «Αρδικολόης» βαστάει μέχρι το Στέμπρη,
Το Στέμπρη: «Σέμπρο γύρευε ζυγάλετρα κονόμα», γιατί τον Σ/βρη αρχίζει ο κάματος και το χαμολόϊ. Αρχίζουν δηλαδή και μαζεύουν απ’ τη γη τηις ελιές εκείνες, που έριξε κάτω ο δυνατός βοριάς.
Μένουν ακόμη δυο μήνες : Ο Σκιγιάτης κι ο Βρωμαλήτης. Γι’ αυτούς υπάρχει η παροιμία:
«Το Σκιγιάτη σκίζ’ όργωνε και το Βρωμαλήτη σπέρνε».
Τότε πια μπαίνουμε στη περίοδο του μαζέματος της ελιάς στη «Λαδία» όπως λένε στη Μάνη. Στην ελιά οι Μανιάτες έχουν αληθινή λατρεία και σεβασμό, γιατί είναι το κυριώτερο προϊόν του τόπου.
Την προσέχουν και ποτέ δεν ραβδίζουν το δένδρο, γιατί είναι λεπτό και μικρόσωμο και μπορεί μετά το ράβδισμα το θανατώσουν. Μαζεύουν λοιπόν με τα χέρια, απαράλλαχτα όπως στην Προβηγκία και στη Ν. Ισπανία, τον πολύτιμο καρπό και τα κοριτσάκια μαζεύοντας λένε το συμβολικό Μανιάτικο τραγούδι της ελιάς:
Στα τσίτζι-τσίτζι στέκομαι
Στα τσίτζι καμπανίζομαι
Πέφτου μα δεν τσακίζομαι
Και σαν κοπώ και τσακιστώ
Το αίμα μου το κρεμεζό
Στη Βενετιά πουλιέται.
Κοντά σ’ αυτές όλες της δουλειές ας προσθέσουμε και τις συνειθισμένες δουλειές του σπιτιού, το ζύμωμα, το φούρνισμα κλπ., τον αργαλειό, την κατεργασία του παμπακιού παλαιότερα και το χειρότερο απ’ όλα τον τρομερό χερόμυλο. Τρομερός αλήθεια είναι ο χερόμυλος και για να το καταλάβη κανείς πρέπει να τον δοκιμάση.
Πιάστ’ την κούπη για να ιδής
Πως ένε ο κόπος ο βαρύς.
Έτσι μου είπε μια γριά όταν κάποτε θέλησα να δοκιμάσω κι’ εγώ. Κούπη λένε το χέρι του μύλου.
Αλλά πιο παραστατικά παρουσιάζει τις εργασίες της Μανιάτισσας ο Νηφάκος στο παλιό εκείνο ποίημά του της Μάνης.
Νερό δεν βγαίνει πούπετα σ’ όλη τη Μέσα Μάνη
Καρπό κουκία μοναχά και ξεροκρίθι κάνει
Αυτά γυναίκες σπέρνουνε, γυναίκες τα θερίζουν
Γυναίκες με τα πόδια τους γυμνά τα αλωνίζουν
Γυναίκες με τα χέρια τους μονάχες τα λιχνίζουν
Γυναίκες με τη ράχη τους γυμνές τα κουβαλούσι
Τη νύχτα το χερόμυλο γυρίζουνε κι’ αλέθουν
Και κόβουν τα κριθάρια τους και μοιρολόγια λέγουν…
Πέτρος Π. Καλονάρος «Ηθογραφικά Μάνης», εκδοτικός οίκος Δημητράκου, 1934.
Πηγή: oikohouse