in

Οι Νέστορες νικούν τους Λυαίους – «Θεέ του Δημητρίου βοήθει μοι!»

Οι Νέστορες νικούν τους Λυαίους – «Θεέ του Δημητρίου βοήθει μοι!»

Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

Μ᾽ αὐτὴ τὴν κραυγὴ ἢ μᾶλλον δέησι καὶ παράκλησι, ἀγαπητοί μου, τοῦ ἁγίου Νέστορος πρὸς τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν ἀρχίζω ὁ γέροντας ἐγὼ ἐπίσκοπος.

Ἑορτάζει σήμερα ὁ ἅγιος Δημήτριος, ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ δημοφιλεῖς ἁγίους. Τιμᾶται σὲ ὅ­­­λη τὴν Ὀρθοδοξία, μέχρι καὶ τὴν ἀχανῆ ῾Ρω­σία, ὅπου μέχρι πρό τινος ἡ τιμὴ τῶν ἁγίων δὲν ἦταν ἐλεύθερη. Παντοῦ τὸν τιμοῦν. Ἄντρες καὶ γυναῖκες (Δήμη­τρες) ἔχουν τὸ ὄνομά του.

Ὁ ἅγιος Δημήτριος γεννήθηκε στὴ Θεσσα­λονίκη τὸν τρίτον αἰῶνα ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς, ποὺ τὸν δίδαξαν τὴν πίστι στὸν ἀληθινὸ Θεό. Ἀπὸ μικρὸς ξεχώριζε γιὰ τὴν εὐρωστία, τὴν ἑ­τοιμότητα, τὴν εὐ­φυΐα καὶ τὸ ἀθλητικό του παράστημα. Νεαρὸς κατατάχθηκε στὸ ῥωμαϊκὸ στρατὸ καὶ λόγῳ τῆς ἀνδρείας του ἀνέβηκε σύντομα τὶς βαθμῖδες τῆς ἱεραρχίας.

Ἀλλὰ ἐκεῖνο ποὺ προπαντὸς τὸν διέκρινε ἦταν ἡ θερμὴ πίστι του στὸν Κύριό μας. Καὶ τὴν πίστι αὐτὴ δὲν τὴν ἔ­κρυ­βε· προσπαθοῦσε νὰ τὴ μεταδί­δῃ καὶ σὲ ἄλλους. Ἤθελε εἰ δυνα­τὸν κάθε μέρα καὶ κάποιον ἀκόμη νὰ ὁ­δηγῇ στὴν πίστι τοῦ Χριστοῦ. «Εἷς πρὸς ἕνα εἰς Χριστόν», ὁ ἕνας νὰ φέρῃ ἄλλον ἕνα στὸ Χριστό.

Μιὰ τέτοια ὅμως δραστηριότητα οὔτε ἄγνω­στη ἔμεινε οὔτε ἀνεκτὴ ἀπὸ τὶς εἰδωλολατρι­κὲς ἀρχές. Αὐτοκράτορες τότε ἦταν ὁ Διοκλητιανός (284-305 μ.Χ.), ποὺ μισοῦσε τοὺς Χριστιανοὺς καὶ εἶχε κηρύξει ἐναντίον τους φοβερὸ διωγμό, καὶ ὁ Μαξιμιανός (286-305 μ.Χ.). Τότε λοι­πὸν κατήγγειλαν τὸν ἅγιο Δημήτριο ὡς Χριστιανό. Τὸν κάλεσαν ἐνώπιον τοῦ τυράννου, τὸν ἀνέκριναν, τοῦ εἶπαν ν᾽ ἀρνηθῇ τὸ Χριστό. Αὐτὸς ἀρνήθηκε ν᾽ ἀρνηθῇ τὸ Χριστό! Ἀμέσως τὸν καθαίρεσαν ἀπὸ τὸ ἀξίωμα τοῦ στρα­τηγοῦ σὲ ἁπλὸ στρατιώτη καὶ τὸν ἔρριξαν στὴ φυλακή.

Τὶς ἡμέρες ἐκεῖνες στὴ Θεσσαλονίκη γίνον­ταν ἀθλητικοὶ ἀγῶνες. Παρουσιάστηκε λοι­πὸν στὸ στάδιο ἕνας εἰδωλολάτρης ἀθλητής, γίγαντας στὸ ἀνάστημα, ποὺ λεγόταν Λυαῖος. Αὐτὸς προκαλοῦσε κάθε μέρα τοὺς Χριστιανοὺς λέγοντας· Ὅποιος μπορεῖ, ἂς ἔρθῃ νὰ παλέψῃ μαζί μου. Ποιός ὅμως νὰ τὰ βάλῃ μ᾽ αὐ­τόν; Κι ὁ Λυαῖος καυχόταν καὶ προκαλοῦσε.

Τότε ἕνας νεαρὸς Χριστιανὸς ἡλικίας δεκαοχτὼ ἐτῶν μαθητὴς τοῦ ἁγίου Δημητρίου ποὺ τὸν ἔλεγαν Νέστορα, ἔνιωσε προσβολὴ τὸ νὰ ὑβρίζῃ ὁ Λυ­αῖ­ος τὴ θρησκεία του καὶ θέ­λησε νὰ τὸν ἀντιμετωπίσῃ. Πῆγε στὸ δάσκαλό του, ποὺ ἦ­ταν κρατούμενος κοντὰ στὸ στά­διο, καὶ ζήτη­σε τὴν εὐχή του. Ὁ ἅγιος Δημήτρι­ος τοῦ ἔδω­σε εὐλογία καὶ εἶπε· Πήγαινε, «καὶ Λυαῖον νική­σεις καὶ ὑπὲρ Χριστοῦ μαρτυρήσεις»· καὶ τὸ Λυαῖο θὰ νικήσῃς, ἀλλὰ καὶ θὰ μαρτυρή­σῃς ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ. Ὡπλισμένος ἔτσι ὁ Νέστορας βγῆκε στὸ στάδιο ν᾽ ἀνταγω­νιστῇ τὸ γίγαντα. Τὸν κοίταξαν ὅλοι μὲ αἴσθημα οἴκτου. Ὁ βασιλιᾶς τοῦ ἔλεγε νὰ λυπη­θῇ τὴ ζωή του· ἡ ἧττα του ἦταν σίγουρη. Ὁ Νέστορας ὅμως ἐπέμενε. Κι ὅταν δόθηκε τὸ σύνθη­μα, γεμᾶτος πίστι καὶ ἐλ­πίδα στὸ Χριστό, φώναξε καὶ τὸν ἄκουσαν ὅλοι· «Θεὲ τοῦ Δημητρί­ου, βοήθει μοι!». Δίχως χρονοτριβὴ ὁρμᾷ κα­τὰ τοῦ Λυαίου, μὲ ἀστραπιαία κίνησι τὸν χτυ­πᾷ, τὸν ῥίχνει κατὰ γῆς καὶ τὸν φονεύει ἀφήνοντας ὅλους κατάπληκτους. Νίκησε!

Ὁ βασιλιᾶς ὅμως καταπατώντας τοὺς κανονι­σμοὺς δὲν ἀναγνωρίζει τὸ νικητή. Δίνει ἐντολή, συλλαμβάνουν τὸ Νέστο­ρα καὶ τὸν ἐκ­τελοῦν ἐπὶ τόπου. Πηγαίνουν ἔπειτα ἐκεῖ ποὺ ἐ­­κρατεῖτο ὁ ἅγιος Δημήτρι­ος καὶ λογχίζοντάς τὸν στὴν πλευρὰ τὸν θανατώνουν.

Τέτοιο τέλος εἶχε ἡ δυάδα τῶν μαρτύ­ρων Νέστορος καὶ Δημητρίου τοῦ μυροβλύτου.

Θὰ πῇ τώρα κάποιος· Αὐτὰ «τῷ καιρῷ ἐ­κεί­νῳ»! ἀνήκουν στὸ παρελθόν, στὴν ἱστορία…

Στὴν ἱστορία; λάθος κάνεις. Ὁ Χριστὸς ζῇ καὶ βασιλεύει εἰς τοὺς αἰῶνας καὶ δὲν παύει νὰ θαυματουργῇ.

Τὸ θαῦμα αὐτό, ποὺ ἔγινε τότε στὴ Θεσσαλονίκη, καὶ τὰ θαύματα ποὺ ἔ­κανε καὶ κάνει ὁ ἅγιος Δημήτριος συνεχίζον­ται, ἀγαπητοί μου, καὶ στὴ γενεά μας.

Θέλετε ἀπόδειξι; Τὸ 1912 ἡ Ἑλλάδα ἦταν μιὰ μικρὴ χώρα μέχρι τὸν Ὄλυμπο. Ἤτανε ὁ Νέστωρ τῶν Βαλκανίων· καὶ Λυαῖος πανίσχυρος καὶ σιδηρόφρακτος ἡ Τουρκικὴ αὐτοκρατορία. Καὶ τόλμησε ἡ μικρὴ Ἑλλάδα νὰ ἐπιτε­θῇ κατὰ τῆς Τουρκίας γιὰ νὰ ἐλευθερώσῃ τὰ σκλαβωμένα παιδιά της. Καὶ πέρασαν τὸν Ὄ­λυμπο, προχώρησαν, καὶ σὰν σήμερα, ἡμέρα τοῦ ἁγίου Δημητρίου, μπῆκαν στὴ Θεσσαλονίκη! Σᾶς ἐρωτῶ· εἶνε ἢ δὲν εἶνε αὐ­τὸ θαῦμα; Τὴν ἡμέρα τῆς μνήμης του ὁ πολι­οῦχος ἐλευθέρωσε τὴν πόλι του καὶ ἡ σημαία τοῦ σταυροῦ ὑψώθηκε στὸ Λευκὸ Πύργο. Τὸ θαῦμα τοῦ ἁ­γίου Δημητρίου ἐπαναλήφθηκε.

–Μά… Τί «μά»; Θέλεις καὶ ἄλλο θαῦμα;

Ὅσοι εἶνε μεγαλύτεροι θὰ τὸ θυμοῦνται. Μικρὴ ἡ Ἑλλάδα· καὶ τὸ 1940, 28 Ὀκτωβρίου, βγαίνει μπροστά της ἄλλος «Λυαῖος». Τὰ ὀνόματα μό­νο ἀλ­λάζουν. Πρῶτα ἦταν ὁ Τοῦρκος, τώρα ἀπέναντί της ἔχει κάποιον Ἰταλὸ –μὴν ἀ­ναφέρω τ᾽ ὄνομά του– ποὺ καυχᾶται, ὅτι ἔχει τόσα ἀεροπλάνα ποὺ θὰ σκιάσῃ τὸν ἥλιο. Χτυ­πάει τὴν πόρτα τῆς Ἑλλάδος νύχτα – μεσάνυχτα καὶ τῆς λέει, –Πα­ραδώσου! Καὶ ἡ πατρίδα μας τί ἀπαντᾷ· –ΟΧΙ! Καὶ μὲ τὴν πίστι στὸ Θεὸ καὶ προσευχὴ στὴν Παν­αγία, ἔκανε τὰ βουνὰ νὰ σμίξουν μὲ τ᾽ ἀστέρια. Περίμενε κανείς, ὁ Νέστορας νὰ νικήσῃ τὸν Λυαῖο τῆς Εὐρώπης;

Ἄλλο ἕνα. Σήμερα συγκινήθηκα. Οἱ γέροι ζοῦμε μὲ ἀναμνήσεις. Στὰ τέλη τῆς δεκαετίας τοῦ ᾽40, στὰ ψηλὰ βουνὰ τῆς Μακεδονίας ἡ μι­­κρὴ Ἑλλάδα, ὁ Νέστορας αὐτός, δεχόταν τὴν ἀ­πει­λὴ τοῦ κομμουνισμοῦ, σὲ ἡμέρες ποὺ ἡ ῾Ρωσία ἦ­ταν πανίσχυρη. Σκληρὴ ἦταν ἡ μάχη, σειόταν τὸ ἔδαφος, ἔπεφταν κορμιά. Ἐγὼ στρα­τι­ωτι­κὸς ἱερεύς. Καὶ ἦ­ταν παραμονὴ τοῦ ἁγίου Δημητρίου. Τότε ἄκουσα παιδιὰ τῆς Ἑλλάδος –ἕνας ἀπ᾽ αὐτοὺς ἦταν ψάλτης μὲ γλυκειὰ φωνή– νὰ λένε τὸ τροπάριο «Δεῦρο, μάρτυς Χρι­στοῦ, πρὸς ἡμᾶς…» (ἑσπ.). Ἔλα κοντά μας, δηλα­δή, ἅγιε Δημήτριε, μὴ μᾶς ἀ­φήσῃς, τώρα ποὺ πολεμοῦμε τὸν κόκκινο Λυ­αῖο… Καὶ τὴν πρώτη νίκη ἐναντίον του τὴν ἔκαναν τὰ παιδιὰ τῆς Ἑλλάδος. Ἦταν τυχαῖο αὐτό;

Καὶ τὰ θαύματα συνεχίζονται. Στὶς ἡμέρες μας εἴδαμε καὶ ἄλλο μεγαλύτερο θαῦμα. Ποιός τολμοῦσε ἐπὶ ἑβδομηνταπέντε χρόνια, 1917-1992, ν᾽ ἀναφέρῃ στὴ ῾Ρωσία τὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου Δημητρίου; Τώρα ὅμως οἱ πόρτες ἄνοιξαν καὶ οἱ Χριστιανοὶ προσέρχονται στὶς ἐκ­κλησίες. Καὶ ὄχι ὅπως ἐμεῖς· ποιός ἀπὸ μᾶς σήμερα ἔρριξε ἕνα δάκρυ; ἀλλ᾽ ἐὰν πᾶτε στὴ ῾Ρωσία, θὰ δῆτε δάκρυα. Τὸ Λένινγκραντ ἔγινε Ἁγία Πετρούπολις καὶ δοξάζουν τὸ Θεό.

Θαύματα λοιπόν· ἕνα, δύο, τρία… Ἀμέτρητα εἶνε τὰ θαύματα τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν ἁγίων.

Ἀλλά, ἀδελφοί μου, πλὴν τῶν Λυαίων αὐτῶν ὑπάρχουν καὶ ἄλλοι. Καὶ πιὸ φοβερὸς ἀπ᾽ ὅλους ξέρετε ποιός εἶνε; Αὐτὸς ποὺ ἔχουμε μέ­σα μας· ὁ λε­γόμενος «παλαιὸς ἄνθρω­πος» (῾Ρωμ. 6,6. Ἐφ. 4,22. Κολ. 3,9). Στὰ ἄδυτα τῆς καρδιᾶς διεξάγεται ὁ πιὸ σο­βαρὸς πόλεμος. Ποιός δὲν τὸν αἰσθάνεται;

Ἔ­χουμε μέσα μας «Λυαίους». Ποιοί εἶν᾽ αὐ­­τοί; Τὰ πάθη καὶ οἱ κακίες μας. «Λυαῖοι» εἶνε ἡ φιλαργυρία, ἡ φιλη­δονία, ἡ φιλοδοξία κι ὅ­σα βλαστάνουν ἀπ᾽ αὐτές. Φαίνονται μικρὰ μὰ γιγαντώνονται. Συνάντησα πρὸ καιροῦ κάποιον ποὺ ἔπαθε ἡ καρδιά του· οἱ γιατροὶ τοῦ εἶπαν ὅτι κινδυνεύει, πρέπει νὰ κόψῃ τὸ κάπνισμα. Τὸν συμβουλέψαμε ὁ γιατρός, ἡ γυναίκα του, ἐγώ. Κόβει τὸ τσιγάρο, νικάει τὸ πάθος· ἀλλὰ δὲν περνοῦν δέκα  δεκαπέντε μέρες, κ᾽ ἐπανέρχεται πάλι στὰ ἴδια.

Ἐρευνῆστε, ἐξετάστε, καὶ θὰ βρῆτε ὅτι ὅλοι ἔ­χουμε ἔναν «Λυαῖο», ἕνα πάθος ἐν­σαρκωμένο μέσα μας, πάθος ποὺ τρέχει στὸ αἷμα μας.

Ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος ἔφτασε νικητὴς μέχρι τὸ Γάγγη καὶ τὶς πηγὲς τοῦ Νείλου. Ἀλλὰ αὐτός, ὁ νικητὴς ὅλων, νικήθηκε. Ἀπὸ ποιόν; Ἀπὸ ἕνα πάθος του· μέθυσε καὶ πάνω στὸ μεθύσι σκότωσε τὸ φίλο του, τὸν Κλεῖτο.

Οἱ ἀρχαῖοι πρόγονοί μας ἔλεγαν· «Τὸ νικᾶν ἑαυτὸν πα­σῶν νικῶν πρώτη τε καὶ ἀρίστη» (Πλάτ., Νόμ., Α΄ 626e)· τὸ νὰ νικᾷς τὸν ἑαυτό σου, τὸν πα­λαιὸν ἄνθρωπον, δηλαδὴ τὰ πάθη σου, αὐ-τὴ εἶνε ἡ πιὸ μεγάλη νίκη.

Πρέπει νὰ πολεμήσουμε γενναῖα ἐναντίον τῶν παθῶν μας. Σᾶς συνιστῶ νὰ βρῆτε ἕνα βιβλίο ποὺ ἔγραψε ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης μὲ τίτλο «Ὁ ἀόρατος πόλεμος»· ἐκεῖ θὰ δῆτε τί πόλεμο ἔχουμε νὰ διεξαγάγουμε ὅλοι, ἄντρες, γυναῖκες καὶ παιδιά, μέσα στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς μας. Ἐκεῖ εἶνε τὸ στάδιο τοῦ πιὸ φοβεροῦ ἀγῶνος· καὶ ἐκεῖ μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ πρέπει νὰ νικήσουμε.

Ὅταν λοιπὸν μᾶς πειράζουν ἢ τὰ διάφορα πά­θη, ἢ οἱ ἄνθρωποι, ἢ ὁ σατανᾶς καὶ οἱ δαίμονες, ὅταν μᾶς πολεμοῦν οἱ «Λυαῖοι» καὶ ὑ­πάρχῃ κίνδυνος νὰ νικηθοῦμε, τότε ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς μας νὰ λέμε· «Θεὲ τοῦ Δημητρίου, βοήθει μοι!».

Επίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὸ Σάββατο 26-10-1991 τὸ πρωί. Καταγραφὴ καὶ μικρὴ σύντμησις 6-9-2022.

Πηγή: simeiakairwn

Report