in , , , ,

Ποιες αιρέσεις πολεμούσε η Εκκλησία τους πρώτους αιώνες της ιστορίας της

Ποιες αιρέσεις πολεμούσε η Εκκλησία τους πρώτους αιώνες της ιστορίας της

Ποιες αιρέσεις πολεμούσε η Εκκλησία τους πρώτους αιώνες της ιστορίας της

Ποιες είναι οι αιρέσεις που έπρεπε να καταπολεμήσει ο χριστιανισμός κατά τους πρώτους αιώνες της ύπαρξής του; Ας το δούμε στη συνέχεια.

1. Γνωστικιστικές αιρέσεις

Οι γνωστικιστικές αιρέσεις είναι μια ολόκληρη ομάδα διαφόρων διδασκαλιών που ενώνονται με την ιδέα της «γνώσης», δηλαδή μιας κάποιας μυστικής εσωτερικής γνώσης που βρίσκεται στο σταυροδρόμι της ελληνικής φιλοσοφίας, της ιουδαϊκής θεολογίας και των ανατολικών θρησκειών, κυρίως του ζωροαστρισμού. Οι γνωστικοί πίστευαν ότι ο Θεός της Παλαιάς Διαθήκης, που δημιούργησε τον υλικό κόσμο, είναι κακός. Και ως εκ τούτου η σάρκα, η οικογένεια και οτιδήποτε συνδέεται με την ύλη είναι κακό. Θεωρούσαν τον Χριστό ως κάποιο θεϊκό ον, που έπρεπε να οδηγήσει την ανθρωπότητα στον Ύψιστο Αληθινό Θεό. Οι γνωστικοί είχαν εμφανιστεί ήδη στην αποστολική εποχή. Σημαντικά στοιχεία της θεολογικής πολεμικής κατά τους πρώτους αιώνες του χριστιανισμού ήταν η διακρίβωση των ιδεών των γνωστικών και η αναίρεσή τους.

2. Ο αρειανισμός

Ο αρειανισμός είναι μια χριστιανική θεολογική διδασκαλία που ξεκίνησε τον τέταρτο αιώνα και πήρε το όνομά της από τον Αλεξανδρινό πρεσβύτερο Άρειο (περ. 250-336). Στον αρειανισμό ο Ιησούς Χριστός νοείται ως το ύψιστο κτίσμα, το οποίο ο Θεός δημιούργησε για να εκπληρώσει μια συγκεκριμένη αποστολή. Κατά συνέπεια, η βασική θέση του αρειανισμού έγκειται στο ότι ο Ιησούς Χριστός, ο Υιός του Θεού, δεν είναι Ομοούσιος (δηλαδή ίδιος κατά την ουσία) με τον Θεό Πατέρα. Με αυτή την έννοια, ο αρειανισμός αποκλίνει από το χριστιανικό δόγμα της Τριάδας, στο οποίο ο Πατέρας, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα είναι Ομοούσιοι και Ισότιμοι μεταξύ τους. Η αίρεση αυτή εξαπλώθηκε πολύ γρήγορα στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ένας από τους κύριους αντιπάλους της ήταν ο Μέγας Αθανάσιος. Η αίρεση του αρειανισμού καταδικάστηκε στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο το 325.

3. Η αίρεση του Μακεδονίου ή οι πνευματομάχοι

Στο δεύτερο μισό του 4ου αιώνα, δραστηριοποιήθηκε ενεργά η αίρεση των πνευματομάχων, που είναι γνωστή και ως μακεδονιανισμός (ονομάστηκε έτσι από τον ιδρυτή και εκλαϊκευτή της, Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως Μακεδόνιο). Οι οπαδοί του μακεδονιανισμού απέρριπταν τη Θεότητα του Αγίου Πνεύματος. Κατά την άποψή τους, το Άγιο Πνεύμα δεν ήταν ισότιμο με τον Πατέρα και τον Υιό, αλλά θεωρούνταν κτιστό ον ή ακόμη και μια κάποια δύναμη που εκπορεύεται από τον Θεό χωρίς να έχει Θεία ουσία. Ο μακεδονιανισμός καταδικάστηκε ως αίρεση στη Β΄ Οικουμενική Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως το 381. Στη Σύνοδο αυτή επιβεβαιώθηκε οριστικά το δόγμα της Αγίας Τριάδας, στο οποίο το Άγιο Πνεύμα αναγνωρίστηκε ως Ομοούσιο και ισότιμο με τον Πατέρα και τον Υιό.

4. Σαβελλιανισμός ή μοναρχιανισμός

Η αίρεση αυτή πήρε το όνομά της από τον κύριο εκφραστή της, τον Σαβέλλιο, ο οποίος έζησε στη Ρώμη στις αρχές του 3ου αιώνα. Το άλλο της όνομα είναι μοναρχιανισμός. Ο Σαβέλλιος υποστήριζε ότι ο Θεός υπάρχει ως Ένα Πρόσωπο, το οποίο, σε διαφορετικές περιστάσεις και ανάλογα με το ιστορικό πλαίσιο, εκδηλώνεται με διαφορετικούς τρόπους. Έτσι, στην Παλαιά Διαθήκη εκδηλώνεται ως Πατέρας, στην Καινή Διαθήκη ενσαρκώνεται ως Υιός του Θεού και μετά την Ανάληψη του Ιησού Χριστού ενεργεί στον κόσμο ως Άγιο Πνεύμα. Ο Σαβέλλιος με αυτόν τον τρόπο απέρριπτε το δόγμα της Αγίας Τριάδας, σύμφωνα με το οποίο ο ένας κατά τη φύση Του Θεός υπάρχει σε τρία Πρόσωπα ή Υποστάσεις: ο Πατέρας, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα. Η αίρεση αυτή καταδικάστηκε σε μια σειρά Συνόδων, αρχής γενομένης από τα μέσα του 3ου αιώνα. Η Β΄ Οικουμενική Σύνοδος, το 381, έθεσε οριστικό τέλος στη διαμάχη γύρω από τον σαβελλιανισμό.

5. Νεστοριανισμός

Πρόκειται για αιρετική διδασκαλία που πήρε το όνομά της από τον ιδρυτή της, τον Νεστόριο, Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως (428-431). Η βασική διδασκαλία του Νεστοριανισμού είναι ότι στον Ιησού Χριστό υπάρχουν δύο ξεχωριστές φύσεις, η Θεία και η ανθρώπινη, οι οποίες είναι εντελώς απομονωμένες η μία από την άλλη και δεν έχουν τίποτα κοινό μεταξύ τους. Σύμφωνα με τη διδασκαλία του Νεστορίου, ο άνθρωπος Ιησούς συνδεόταν με τον Υιό του Θεού απλώς με κάποιο χαρισματικό δεσμό, έτσι που ο άνθρωπος Ιησούς είναι ένα Πρόσωπο και ο Υιός του Θεού ένα άλλο. Ο Νεστόριος αρνούνταν ότι η Παρθένος Μαρία μπορεί να αποκαλείται Θεοτόκος με την ακριβή έννοια της λέξης και πρότεινε να αποκαλείται Χριστοτόκος. Ο κύριος αντίπαλος του νεστοριανισμού ήταν ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, ο οποίος υπερασπίστηκε τη διδασκαλία ότι στον Χριστό οι δύο φύσεις είναι ενωμένες σε ένα Πρόσωπο χωρίς να διαιρούνται και χωρίς να συγχέονται. Το 431 η διδασκαλία του Νεστορίου καταδικάστηκε ως αίρεση στην Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο της Εφέσου.

6. Μονοφυσιτισμός

Ο όρος «μονοφυσιτισμός» προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις «μόνος» και «φύσις». Ο μονοφυσιτισμός προέκυψε ως αντίδραση στον νεστοριανισμό, ο οποίος έδινε έμφαση στον διαχωρισμό της θείας και της ανθρώπινης φύσης του Χριστού. Ιδρυτής του μονοφυσιτισμού θεωρείται ο Ευτύχιος, αρχιμανδρίτης μοναστηριού στην Κωνσταντινούπολη. Υποστήριζε ότι η ανθρώπινη φύση του Χριστού απορροφήθηκε από τη Θεία και έτσι, μετά την Ενσάρκωση, ο Χριστός είχε μόνο μία φύση, τη Θεία, στην οποία ό, τι ανθρώπινο είχε διαλύθηκε ως σταγόνα στη θάλασσα. Στην Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνας το 451, η διδασκαλία του Ευτύχιου και των υποστηρικτών του καταδικάστηκε ως αίρεση. Η Σύνοδος υιοθέτησε μια φόρμουλα που υποστηρίζει ότι ο Χριστός υπάρχει σε δύο φύσεις (τη Θεία και την ανθρώπινη), οι οποίες διατηρούν τις ιδιότητές τους, αλλά είναι ενωμένες σε ένα πρόσωπο ασυγχύτως, ατρέπτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως.

7. Μονοθελητισμός

Η αίρεση των μονοθελητών (προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις «μόνος» και «θέλημα») προέκυψε ως μια προσπάθεια να συμφιλιωθεί η ορθόδοξη διδασκαλία με την αίρεση του μονοφυσιτισμού, η οποία καταδικάστηκε στην Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο. Οι μονοθελήτες αναγνώριζαν στον Ιησού Χριστό δύο φύσεις, τη θεία και την ανθρώπινη, αλλά δίδασκαν ότι είχε μόνο μια θέληση, τη Θεία. Η νέα διδασκαλία συνάντησε σημαντική αντίσταση από τους Ορθοδόξους. Λαμπρός αγωνιστής κατά της αίρεσης αυτής ήταν ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής. Η διαμάχη επιλύθηκε στην Στ΄ Οικουμενική Σύνοδο (680-681), όπου ο μονοθελητισμός καταδικάστηκε ως αίρεση. Η Σύνοδος αποφάσισε ότι στον Χριστό υπάρχουν δύο θελήσεις που αντιστοιχούν στις δύο φύσεις Του, αλλά ότι οι δύο αυτές θελήσεις ενεργούν σε πλήρη συμφωνία. Αυτό καθεαυτό το κατόρθωμα του Σωτήρα έγκειτο στο ότι σε Αυτόν η ανθρώπινη θέλησή Του υποτάχθηκε στη Θεία θέληση που ενυπάρχει σε Αυτόν ως Υιό του Θεού.

8. Η αίρεση της εικονομαχίας

Η αίρεση της εικονομαχίας ήταν ένα κίνημα στο Βυζάντιο που εμφανίστηκε τον 8-9ο αιώνα. Οι εικονομάχοι αντιτάχθηκαν στην προσκύνηση των εικόνων, ισχυριζόμενοι ότι αυτό είναι ειδωλολατρία και αντίθετο προς την Βίβλο. Στο πλαίσιο του εικονομαχικού κινήματος, οι εικόνες και οι ιερές απεικονίσεις συχνά καταστρέφονταν ή απομακρύνονταν από εκκλησίες και ιδιωτικές κατοικίες. Η εικονομαχία καταδικάστηκε ως αίρεση το 787, στην Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας, η οποία επιβεβαίωσε ότι οι εικόνες μπορούν και πρέπει να χρησιμοποιούνται από τους πιστούς, καθώς χρησιμεύουν για την ανύψωση του πνεύματος και την υπενθύμιση του θείου, αλλά από μόνες τους δεν αποτελούν αντικείμενα λατρείας. Η τιμή που αποδίδεται σε μια εικόνα διαβαίνει στο πρωτότυπο. Καθοριστικό ρόλο στη θεολογική αιτιολόγηση της προσκύνησης των εικόνων διαδραμάτισε ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός (περ. 676-749), ένας από τους σημαντικότερους ορθόδοξους θεολόγους και υπερασπιστές της προσκύνησης των εικόνων κατά την περίοδο της εικονομαχίας. Μετά την αποκατάσταση της εικονολατρίας το 787, η εικονομαχία ξανασήκωσε πάλι το κεφάλι της επί αυτοκράτορα Λέοντα Ε΄ του Αρμένιου και συνεχίστηκε μέχρι τη βασιλεία της αυτοκράτειρας Θεοδώρας, η οποία το 843 επικύρωσε οριστικά την προσκύνηση των εικόνων. Το γεγονός αυτό είναι γνωστό ως εορτή της Ορθοδοξίας και γιορτάζεται κάθε χρόνο στην Ορθόδοξη Εκκλησία την πρώτη Κυριακή της Μεγάλης Σαρακοστής.

»»»»»»  ΤΟ ΒΡΗΚΑΜΕ ΕΔΩ  ««««««



Report