Μπροστά από την πύλη καθόταν ένας πελώριος γίγαντας, μαύρος και φοβερός στην όψη. Τα τεράστια μάτια του ήταν γυρισμένα ανάποδα, κατακόκκινα σαν αίμα, και πετούσαν πύρινες φλόγες. Κι ευθύς άπλωσε το χέρι του και δοκίμασε να με πιάσει. Ξαφνικά παρουσιάστηκαν δυο λευκότριχοι και σεβάσμιοι γέροντες. Νομίζω πως τους αναγνώρισα. Ήταν οι άγιοι απόστολοι Ανδρέας ο Πρωτόκλητος και Ιωάννης ο Θεολόγος, τότε…